«Προσπαθώ να φωτογραφήσω την ελπίδα μιας στιγμής ζωής, που είναι καταδικασμένη να χαθεί»
Μια συνέντευξη με τον Αιγυπτιώτη κ. Χρήστο Κακουράτο
Βασίλης Α. Πουλαρίκας
Η ekkairo.org και το Νέο Φώς έχουν την χαρά και την τιμή να φιλοξενούν την πρώτη συνέντευξη του κ. Χρήστου Κακουράτου, ενός ταλαντούχου νεαρού Αιγυπτιώτη φωτογράφου που η καλλιτεχνική του πορεία θα μας απασχολήσει αναμφισβήτητα στο εγγύς, αλλά και στο απώτερο μέλλον. Η ζωή του Χρήστου είναι εξόχως μυθιστορηματική. Κατάφερε να συμπυκνώσει μέσα στα 23 μόλις χρόνια του, εμπειρίες και βιώματα που πολλοί από εμάς θα θέλαμε τα διπλάσια και βάλε χρόνια για να τις ζήσουμε.
Βαφτίστηκε ως Χρήστος στον Άγιο Νικόλαο του Καΐρου, αλλά τελικά μετά από αναρίθμητες διοικητικές παλινωδίες δηλώθηκε στο δημοτολόγιο ως Χισάμ. Κληροδότησε ερήμην του μια γραφειοκρατική κακοδαιμονία σχετικά με το όνομά του, που χρόνια ταλαιπωρούσε και τον πατέρα του. Την αποδέχτηκε με στωικότητα και τελικά την ξόρκισε με το ίδιο ακριβώς σπινθηροβόλο χαμόγελο που κατάφερε όλα αυτά τα χρόνια να απομακρύνει από την ψυχή του όλα τα επώδυνα αγκάθια που η ζωή έφερε στο δρόμο του.
Το θάνατο της μητέρας του Μαρίας σε ηλικία επτά ετών και την απώλεια του αγαπημένου του πατέρα Μιχάλη δέκα χρόνια αργότερα. Στάθηκε στα πόδια του, κοιτώντας την ζωή κατάματα και άντεξε να ζήσει παρέα με όλους τους φόβους του, μόνος πια σε ένα σπίτι γεμάτο αναμνήσεις στην πλατεία Τάλαντ Χάρμπ στο κέντρο του Καΐρου. Σε εκείνες τις δύσκολες στιγμές πήρε την αμετάκλητη απόφαση να κυνηγήσει, όπως μας αποκάλυψε το φως και την ελπίδα που η ζωή κρύβει ως δώρο στις πάμπολες κακοτοπιές της.
Γνώρισα τον Χρήστο πριν από τρία χρόνια ως βαθμοφόρο των Καϊρινών Προσκόπων και πραγματικά εντυπωσιάστηκα από την γλυκύτητα του χαρακτήρα του και από την αυταπάρνηση και τον αλτρουισμό που έδειχνε προς όλους. Δοτικός, αποτελεσματικός και παθιασμένος με τις προσκοπικές ιδέες και δράσεις, και όπως μου είπε και στην κουβέντα μας, γοητευμένος από τον τότε Αρχηγό του συστήματος κ. Γιάννη Μελαχροινούδη, αντιμετώπιζε την ζωή μέσα από τον διαπαιδαγωγικό γνώμονα του Προσκοπισμού, ξεκινώντας και χαράσσοντας με θάρρος τους δικούς του ομόκεντρους κύκλους.
Ένας από αυτούς τους κύκλους, τον έφερε και στην Αθήνα, στον τμήμα Φωτογραφίας και Οπτικοακουστικών Τεχνών του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής να αναζητά και να εξερευνά μέρα και νύχτα το φως, το σκοτάδι και την ελπίδα της ζωής με την κάμερά του πάντα στο χέρι.
Συναντηθήκαμε ένα Αυγουστιάτικο απόγευμα στην ταράτσα του Public, και αγναντεύοντας από ψηλά την υπέροχη θέα της πλατείας Συντάγματος, απολαύσαμε τον καφέ μας και μιλήσαμε για όλα.
Λέγεται ότι: «μια φορά Πρόσκοπος, πάντα Πρόσκοπος». Μίλησε μου για το μεγάλο αυτό κεφάλαιο της ζωής σου.
Η πρώτη μου επαφή με τους Προσκόπους ήταν σε ηλικία οκτώ ετών. Ο πατέρας μου με πήγε εκεί με την σκέψη ότι ήθελε να γνωρίσω παιδιά της ηλικίας μου και να κάνω καινούριες παρέες. Δεν μου άρεσε θυμάμαι καθόλου. Βαρέθηκα σύντομα και το εγκατέλειψα. Μαζευόμαστε και παίζαμε μόνο παιχνίδια (γέλια). Ήμουν ένα παιδί τότε που ήθελα συνεχώς να έχω νέα ερεθίσματα. Να ερευνώ να μαθαίνω καινούρια πράγματα, και εκείνη την εποχή οι συναντήσεις του Σαββάτου δεν μου έδινε αυτή την χαρά. Πέρασαν όμως τα χρόνια, μεγάλωσα και η ζωή με ξαναέφερε στους Προσκόπους γνωρίζοντας τον Αρχηγό Γιάννη Μελαχροινούδη, ο οποίος στην αρχή μου έδωσε την εντύπωση ενός ανθρώπου που πολύ μιλάει, πολύ γελάει, που ήταν πολύ τρελός, αλλά που ένιωσα ότι κάτι καλό θα μάθω από αυτόν τον άνθρωπο.
Μια μέρα μας λέει ότι θα κάνουμε μια μονοήμερη κατασκήνωση στο Προσκοπείο. Μας χώρισε θυμάμαι σε ομίλους εργασίας, για την οργάνωση της ημέρας. Μας έδωσε επίσης ενδιαφέρουσες θεματικές ενότητες για να κάνουμε τις δικές μας έρευνες και να παρουσιάσουμε τα αποτελέσματά μας σε όλους, αφού είχαμε δουλέψει ομαδικά και συστηματικά. Με τον Αρχηγό αυτό έμαθα στην πράξη τι σημαίνει Προσκποπισμός. Έμαθα κοντά του για τις ιδέες και για το τι επιδιώκει ως Τάγμα και πραγματικά εντυπωσιάστηκα και κόλλησα. Από τότε δεν πέρασε ούτε μέρα που οι Πρόσκοποι να μην είναι στο μυαλό μου με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Έγινα και εγώ βαθμοφόρος και συνέχισα στην πράξη με τα άλλα παιδιά όλα όσα είχαμε διδαχθεί. Τώρα που σκέφτομαι όλα αυτά τα χρόνια, με μια κουβέντα θα μπορούσα να πω για τον Προσκοπισμό ότι μου έμαθε πάντα να προσπαθώ να κάνω τον κόσμο λίγο καλύτερο από ότι τον βρήκα και με κάθε ευκαιρία να βοηθάω όποιον έχει ανάγκη. Μαθαίνεις να δίνεις και μαθαίνεις και τους άλλους να δέχονται και να δίνουν. Έτσι με αυτόν τον τρόπο ο κόσμος γίνεται σιγά σιγά καλύτερος.
Πάμε στα σχολικά σου χρόνια τώρα. Αχιλλοπούλειο και μετά Αμπέτειος. Πως κύλησαν αυτά τα χρόνια;
Πέρασα καταπληκτικά χρόνια στον σχολείο. Θυμάμαι τους συμμαθητές μου και στο δημοτικό, αλλά και στην Αμπέτειο. Ήμασταν σαν μια οικογένεια όλα αυτά τα χρόνια, πάντα ενωμένοι και αγαπημένοι. Όταν είχαμε κάποιο πρόβλημα προσπαθούσαμε όλοι μαζί να βρούμε κάποιες λύσεις που θα μας έκαναν όλους χαρούμενους και δεν θα αισθανόμασταν ότι κάποιος αδικήθηκε. Σε κάθε γιορτή του σχολείου ή της Ελληνικής Παροικίας βάζαμε τον καλύτερο εαυτό μας και προσπαθούσαμε σε ό,τι μας είχε ανατεθεί να το ολοκληρώσουμε και να κάνουμε όλους περήφανους για εμάς. Είχαμε όμως έναν χρυσό κανόνα που τον έμαθα από τον Προσκοπισμό και τον εφαρμόζαμε πάντα ως ομάδα. Προσπαθούσαμε να βρίσκουμε τι είναι αυτό που ο καθένας μας μπορεί να κάνει καλύτερα και αν ασχοληθεί θα είναι ευτυχισμένος. Εεε αυτό λοιπόν λειτουργούσε πάντα. Όλοι στο τέλος είμαστε χαρούμενοι και το αποτέλεσμα «πέταγε» . Από τα σχολικά μου χρόνια θυμάμαι επίσης και την τέλεια σχέση που είχαμε με τους καθηγητές μας. Γινόμαστε φίλοι και πολλές φορές μιλάγαμε για τόσα πολλά πράγματα εκτός από το μάθημα. Τους κάναμε και πολλές φορές γιορτές έκπληξη και αυτοί μας το ανταπέδιδαν με την πολύ αγάπη τους σε όλους μας.
Η ζωή σε έφερε τελικά στην Αθήνα και είσαι πιά ένας ταλαντούχος αλλά και αριστούχος φοιτητής φωτογραφίας. Πως το οργάνωσες τελικά όλο αυτό το μεγάλο βήμα;
Ένιωθα ότι ήθελα να κάνω ένα μεγάλο βήμα και να ασχοληθώ με κάτι που με γεμίζει χαρά στην ζωή μου. Η φωτογραφία δεν ήταν η πρώτη μου επιλογή στις Πανεπιστημιακές σχολές, αλλά ήταν πάντα η μεγάλη μου αγάπη και το χόμπυ μου. Σκεφτόμουν όμως τι θα κάνω επαγγελματικά και είχα αμφιβολίες για το αν θα μπορούσα να τα καταφέρω μόνο με την φωτογραφία. Ευτυχώς όμως άνθρωποι τους οποίους εκτιμώ και σέβομαι με συμβούλευσαν να ακολουθήσω την καρδιά μου και τελικά το έκανα. Και από αυτούς τους ανθρώπους που ήταν αρκετοί στην καρδιά μου ξεχωρίζουν, η κυρία Σοφιανού που χρόνια τώρα με έχει συνέχεια στο μυαλό της και στέκεται πάντα στο πλευρό μου με πολύ πολύ αγάπη, βγάζοντας όλα τα εμπόδια από τον δρόμο μου, και τον Αρχηγό μου Γιάννη Μελαχροινούδη που είναι επίσης στην ζωή μου ένα μεγάλο στήριγμα και ένα ισχυρό πρότυπο. Και φυσικά η Ελληνική Κοινότητα στο Κάιρο που ήταν για εμένα μια δεύτερη οικογένεια. Με τέτοια δυνατή ομάδα στο πλευρό μου όλα ήταν εύκολα για εμένα (γέλια). Είχα όλο τον απαραίτητο χρόνο για να αφοσιωθώ στις σπουδές μου και να προσπαθήσω να γίνομαι κάθε μέρα όλο και καλύτερος.
Τελείωσες με πολύ υψηλή βαθμολογία την πρώτη σου χρονιά στο Πανεπιστήμιο. Μίλησέ μου λίγο πώς πέρασε όλος αυτός ο καιρός;
Τον πρώτο καιρό όλα στην ζωή μου ήταν ένα ατελείωτο χάος. Δεν ήξερα πως να βρω τα πράγματα που ήθελα, ποιους να ρωτήσω, και πως να κινηθώ μέσα στον χώρο του Πανεπιστημίου. Βέβαια επειδή είμαι και λίγο Πρόσκοπος και έρχομαι και από την Αίγυπτο (γέλια), την βρήκα την άκρη. Γνωρίστηκα καλύτερα με τους καθηγητές, με τους συμφοιτητές μου και στο τέλος τα κατάφερα. Άρχιζαν τα μαθήματα και είχα μια μεγάλη όρεξη για να δω τι καινούργιο θα μάθω κάθε μέρα. Ρωτούσα και ρωτάω φυσικά ασταμάτητα για ότι δεν καταλαβαίνω. Πλέον νιώθω τόσο καλά μέσα στο χώρο του Πανεπιστημίου που πηγαίνω πρώτος και φεύγω τελευταίος χωρίς να καταλαβαίνω, αν θες πίστεψέ το, πως περνούν οι ώρες. Οι καθηγητές μου πιά έχουν καταλάβει πόσο αγαπώ αυτό που κάνω και μου και με βοηθάνε δίνοντάς μου το κάτι παραπάνω και τους ευχαριστώ πολύ για αυτό .
Στην φωτογραφία γράφουμε επί της ουσίας την ιστορία που θέλουμε να αφηγηθούμε με το φως. Τι στοιχεία περιέχει η δική σου ιστορία;
Ένα πράγμα που με γοητεύει στην φωτογραφία είναι η στιγμή που χάνεται. Ό,τι ζούμε γύρω μας είναι στιγμές που συνέχεια η μία ακολουθεί την άλλη και χάνονται. Να τώρα δες άνοιξε η σερβιτόρα την πόρτα και βγήκε έξω. Αυτή η στιγμή δεν θα ξαναγυρίσει ποτέ. Χάθηκε για πάντα. Μια που την είδαμε και μία που την χάσαμε από τα μάτια μας. Με την μηχανή μου μπορώ αυτές τις στιγμές να τις κρατήσω για πάντα. Μου αρέσει να περπατάω και να ανακαλύπτω τέτοιες στιγμές που δεν τις βλέπουν απαραίτητα οι άλλοι, αλλά εγώ εξασκώ τον εαυτό μου να τις παρατηρεί και να τις αποτυπώνει. Ένας τρόπος που το κάνω αυτό γρήγορα πέραν από το πολύ περπάτημα είναι με το να παίρνω τυχαία το λεωφορείο και να κατεβαίνω μόλις βρω κάτι ενδιαφέρον. Ένα άλλο πράγμα που μου αρέσει στην φωτογραφία και με συγκινούσε από μικρό ήταν η προσπάθειά μου να ανακαλύψω την ελπίδα που κρύβει κάθε στιγμή της ζωής για όλους μας και να την φωτογραφίσω. Ακούγεται λίγο τρελό αλλά αυτό ψάχνω στις ιστορίες που αρχίζω και τραβάω. Την ελπίδα της «στιγμής» που είναι καταδικασμένη να χαθεί.
Με αυτά τα κατασταλαγμένα και πολύ ώριμα λόγια από τον Χρήστο κλείσαμε την ενδιαφέρουσα κουβέντα μας, αλλάζοντας θέμα μιλώντας για το Κάιρο που και οι δύο αγαπάμε, αλλά και την Αθήνα με τις ομορφιές και τις προκλήσεις της.
Σας παρουσιάσαμε ένα μικρό μέρος της φωτογραφικής δουλειάς του Χρήστου Κακουράτου. Οι εικόνες που διαλέξαμε να σας παρουσιάσουμε αποτυπώνουν στο έπακρο και δικαιώνουν τα λεγόμενά του, αναδεικνύοντας έναν καλλιτέχνη που έχει ναι μεν έχει πολύ δρόμο μπροστά του για να εξελιχθεί, αλλά βρίσκεται σίγουρα στο σωστό μονοπάτι της προσωπικής του καλλιτεχνικής έκφρασης.
Καλή συνέχεια Χρήστο!!