«Κάντε ταινίες όχι πόλεμο» Ο Κώστας Φέρρης από το 45ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Καΐρου
Βασίλης Α. Πουλαρίκας
Το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Καΐρου αποτελεί ένα σημαντικό καλλιτεχνικό και εμπορικό ορόσημο του διεθνούς κινηματογραφικού γίγνεσθαι. Είναι αναμφισβήτητα το μεγαλύτερο και λαμπερότερο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου σε όλο τον Αραβικό Κόσμο, αλλά και ένα από τα μεγαλύτερα σε παγκόσμιο επίπεδο. Δεκάδες οι ταινίες που διαγκωνίζονται κάθε χρόνο να συμμετάσχουν, άλλες σε πρώτη παγκόσμια προβολή, και άλλες αναζητώντας μεγαλύτερες κινηματογραφικές αγορές ,διεκδικώντας μια θέση στις καρδιές εκατομμυρίων θεατών από όλον τον κόσμο.
Η Ελλάδα συμμετέχει με αξιώσεις στο διαγωνιστικό τμήμα με την ταινία «Φόνισσα» της Εύας Νάθενα, την οποία θα παρακολουθήσουμε στην επίσημη προβολή της στις 21 Νοεμβρίου στην Όπερα του Καΐρου.
Πέραν όμως από τις προβολές των ταινιών και το διαγωνιστικό σκέλος του Φεστιβάλ, διοργανώνονται και πολυάριθμες παράλληλες δράσεις με κέντρο την κινηματογραφική παραγωγή σε όλα τα επίπεδα. Υπό τον τίτλο “Cairo Industry Days”, οι διοργανωτές φιλοδοξούν αυτές τις ημέρες να «ανοίξουν» όλα τα θέματα των συζητήσεων γύρω από την παραγωγή, εντός και εκτός συνόρων, την διανομή, αλλά και ότι άλλο μπορεί να εμπνεύσει νέες ιδέες ή και ευκαιρίες συνεργασιών και γενικότερων διασυνδέσεων.
Σε ένα τέτοιο πάνελ ομιλητών προσκλήθηκε να συμμετάσχει, καταθέτοντας την δική του οπτική και εμπειρία, ο βραβευμένος και ταλαντούχος Αιγυπτιώτης σκηνοθέτης Κώστας Φέρρης.
Παρακολουθήσαμε την ενδιαφέρουσα αυτή συζήτηση και καταγράψαμε τον παλμό, τις αγωνίες, τους προβληματισμούς, αλλά και το όραμα των «ανθρώπων» του Κινηματογράφου που καλούνται σε ένα δυσμενές, όπως διημείφθη στην ροή της κουβέντας, περιβάλλον να εντοπίσουν τις κατάλληλες συνέργειες για να δώσουν σάρκα και οστά στο εκάστοτε σενάριο που κρατούν στα χέρια τους.
Συντονίστρια της συζήτησης, η οποία είχε θέμα την παραγωγή ταινιών εκτός συνόρων, ήταν η Δρ. Μέρβατ Σαφίκ, καθηγήτρια Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Αμερικάνικου Πανεπιστημίου στο Κάιρο. Στο πάνελ συμμετείχαν οι: Χαλίντ Χούρη, Κώστας Φέρρης, Αμπντάλα Σαλάμ, Χισάμ Αμπντούλ Χαλίκ, Σίνια Ζάνκ.
Καθ’ όλη την διάρκεια της συζήτησης ακούστηκαν πολλές απόψεις με τους ομιλητές να εκφράζουν τις προτεραιότητες των χωρών τους στην προσέλκυση κινηματογραφικών επενδύσεων. Ακούσαμε απόψεις για την αναγκαιότητα της χρήσης όλων των τεχνολογικών εργαλείων στην παραγωγή, αλλά και για τις δυσκολίες της διανομής σε παγκόσμιο επίπεδο, όπως επίσης και για τα αστρονομικά ποσά που η κάθε χώρα απαιτεί για να δώσει το «πράσινο φως» της κινηματογράφησης σε περιζήτητα και απόλυτα αναγνωρίσιμα σημεία της.
Το τελικό προϊόν, η διάθεσή του σε όλο και μεγαλύτερη αγορά, αλλά και η αποτίμηση του σε ένα χρηματοοικονομικό ισοδύναμο που οφείλει να σεβαστεί και να υπακούσει στους κανόνες της αγοράς, ήταν ο κοινός τόπος των ομιλητών, αλλά και του κοινού που συμμετείχε με τις ερωτήσεις του.
Η συμμετοχή του Κώστα Φέρρη στις εργασίες του Φεστιβάλ, θα έλεγε κανείς ότι αντανακλά την ευφυία των διοργανωτών και συγκεκριμένα του Καλλιτεχνικού Διευθυντή του κ. Εσάαμ Ζακαρία.
Ο Κώστας Φέρρης με τον πηγαίο και βαθιά βιωμένο λόγο του μίλησε στις καρδιές όλων των ακροατών ξαναθυμίζοντας όλα αυτά για τα οποία ξεκίνησαν να κάνουν ταινίες. Μίλησε για την κινηματογραφική τέχνη μέσα από την αναγκαιότητα της σύνθεσης των αντιθέτων, βάζοντας στο ζύγι του άκρατου ανταγωνισμού τον συναγωνισμό και την άμιλλα. Η προσέγγιση του και ο δρόμος που διάλεξε ο ίδιος στην δημιουργία των ταινιών του ήταν αδιασάλευτα ανθρωποκεντρικός και αυτό το εννοούσε και άλλες φορές το υπονοούσε ανάμεσα από τις λέξεις του.
Μίλησε επίσης για την ψυχή της Ανατολής, αλλά και για την ζωή του στην Αίγυπτο, ταξιδεύοντάς μας από την Σούμπρα, στο Λίβανο στην Κύπρο αλλά και στην Ελλάδα. Έδωσε όμως και το στίγμα της εποχής απαντώντας μέσα από την ποιητική και καθαρά ανθρώπινη ματιά του, στις προκλήσεις που οι άνθρωποι του κινηματογράφου αντιμετωπίζουν στις μέρες μας, πρότεινε λύσεις και καταχειροκροτήθηκε.
Στο τέλος της ομιλίας του δέχτηκε και αρκετές ερωτήσεις ενώ τον προσέγγισαν, εκφράζοντας του την εκτίμησή τους, νέοι παραγωγοί και σκηνοθέτες από τον Αραβικό κόσμο.
Παραθέτουμε στο σημείο αυτό την ομιλία του κ. Κώστα Φέρρη αυτούσια γιατί θεωρούμε ότι είναι μια κατάθεση ψυχής που ξεπερνάει το θέμα του κινηματογράφου, και αφορά άμεσα όλους τους Αιγυπτιώτες που επιμένουν και ονειρεύονται σε αυτόν τον ευλογημένο όπως ο ίδιος είπε τόπο.
Τον κ. Φέρρη συνόδευσαν από την Ελλάδα η σκηνοθέτης-σεναριογράφος και συνεργάτιδά του κα Κατερίνα Πανταζοπούλου, η παραγωγός κα Φαίη Πατσαλίδου, αλλά και ο κ. Δημήτρης Γεράρδος από την Ελληνική Κοινότητα του Καΐρου, ο οποίος θα είναι όλες τις ημέρες κοντά του, δίνοντας λύσεις σε όλα τα καθημερινά θέματα της παραμονής του.
Την συζήτηση παρακολούθησε και ο Διευθυντής του Ελληνικού Πολιτιστικού Κέντρου Καΐρου κ. Γιάννης Μελαχροινούδης, και προσωπικός φίλος του κ. Φέρρη
Η ομιλία του Κώστα Φέρρη
Κάντε ταινίες όχι πόλεμο
Ίσως δεν είναι τυχαίο που στην Ελλάδα και την Αίγυπτο βρίσκονται οι πρώτες αναφορές στην κίνηση των εικόνων, αυτό δηλαδή που θα ονομάσομε αργότερα «κινηματογράφο». Από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, τον Ήρωνα τον Αλεξανδρινό και τον Κλαύδιο Πτολεμαίο, τον Έμπν ελ Χαϊτάμ και τις τοιχογραφίες του ναού της Ντέντερα, για κάποιον μυστηριώδη λόγο οι δύο αυτές χώρες ενέπνευσαν κι εξέφρασαν την ανάγκη του ανθρώπου να εκφραστεί με το ζωντάνεμα του χρόνου και της κίνησης, με την αναπαράσταση των ζωντανών εικόνων.
Ύστερα από πολλούς αιώνες, κι από τον Μαγικό Φανό του Athanasius Kircher ως το Cinématographe των Louis και Auguste Lumière, δηλαδή από το 1646 ως το 1895, μάγοι κι αλχημιστές, τρελοί κι επιστήμονες, δε σταμάτησαν να προτείνουν διάφορες μηχανές αναπαραγωγής των εικόνων και της κίνησης. Ζωοπραξισκόπιο, Φωτογραφικό Ντουφέκι, Κινητοσκόπιο, Πραξινοσκόπιο, Φαντασμαγορίες, δεκάδες μηχανές της φαντασίας της θέασης της ακρόασης και της κίνησης, παιχνίδια κι επιστημονική έρευνα μαζί, βρήκαν την οριστική τους σύνθεση στο τελικό πρότυπο του Κινηματογράφου.
Αλλά και μετά τη σταθεροποίηση της σύνθετης μηχανικής φόρμας που πέτυχαν οι αδελφοί Lumière, ο Κινηματογράφος συνέχισε την παράδοση της Προϊστορίας του, και δοκίμασε τη χρήση μιας μεγάλης ποικιλίας από «νέες τεχνολογίες», σ’ ανύποπτο προς την ψηφιακή επανάσταση χρόνο:Σινεόραμα, Σινεράμα, Σινεμασκόπ, Τρισδιάστατη Εικόνα, Vista-Vision, Panavision, Imax, Omnimax και άλλα πολλά.
Ο δεύτερος αιώνας του οπτικοακουστικού, εγκαινιάστηκε ήδη με τη γιγαντιαία έκρηξη των «Νέων Τεχνολογιών», προϊόν της ραγδαίας ανάπτυξης της ψηφιακής γραφής, των υπολογιστών, της πληροφορικής και του εικονικού περιβάλλοντος κόσμου:Τηλεόραση, Video, CDs και DVDs, Σκληροί Δίσκοι, High Definition, 3D Animation, Ολογράμματα, Δορυφορική, Καλωδιακή ή και Ασύρματη (Wireless) μεταβίβαση Εικόνων και Ήχου, σήμερα πια με τις ψηφιακές πλατφόρμες, δεκάδες, σύντομα εκατοντάδες ίσως και χιλιάδες εργαλεία και ιδέες, στη διάθεση του ανθρώπου για να επικοινωνεί διά του Οπτικοακουστικού λόγου και της ψηφιακής «λογικής».
Η Οπτικοακουστική έκφραση, με τη χρήση των Νέων Τεχνολογιών, αποτελεί πλέον το κυρίαρχο Μέσον Επικοινωνίας, και μέσα απ’ αυτήν περνάει η Δημιουργία, ο Πολιτισμός, το Εμπόριο και η Οικονομία, η Ψυχαγωγία, η Επιστημονική Έρευνα, η Παιδεία, η Πολιτική, η ίδια η Δημοκρατία. Άραγε και η Θρησκεία;
Ο Κινηματογράφος είναι στην ουσία ένας λόγος, μια γλώσσα, με την οποία επικοινωνούν δισεκατομμύρια άνθρωποι, κι έτσι μπορούμε να πούμε πως η γλώσσα του κινηματογράφου είναι η πραγματική παγκόσμια γλώσσα, πολύ πιο αποτελεσματική από την ξεχασμένη εκείνη Esperanto. Κι επειδή η οπτικοακουστική έκφραση αναπτύχθηκε πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι χρειάζονταν ο άνθρωπος για να την αφομοιώσει και κωδικοποιήσει, επικράτησε μία σύγχυση, που μεταδόθηκε στον ίδιο τον κόσμο και τις κοινωνίες των ανθρώπων που την χρησιμοποιούν.
Ο κόσμος αλλάζει. Για την ώρα, αλλάζει μέσα σε σύγχυση, και κανένας δεν ξέρει που θα καταλήξει. Αυτό το οφείλομε στην «αλλαγή παραδείγματος», και το παράδειγμα αυτό είναι το ίδιο το οπτικοακουστικό, σε τελική ανάλυση το σινεμά.
Χρημάτων πάντων άνθρωπος, είπε ο Πρωταγόρας, κι αυτό υπήρξε η βασική αρχή του Ανθρωπισμού των Αλεξανδρινών φιλοσόφων, και στη συνέχεια της Φλωρεντινής Αναγέννησης που τον ονόμασε Ουμανισμό. Αυτό σημαίνει πως στο κέντρο της σκέψης, είναι ο ίδιος ο άνθρωπος, με τις ευαισθησίες του, τη δημιουργικότητά του, το ταλέντο του, με δύο λόγια το ίδιο το ήθος που διέπει κάθε κίνηση του ανθρώπου μέσα στην κοινωνία.
Από τον Γαλλικό Διαφωτισμό και πέρα, σταδιακά μεν αλλά ραγδαία στην εποχή μας, έγινε η μεγάλη ανατροπή, και φτάσαμε στην ανείπωτη βάση της σύγχρονης κοινωνίας, που είναι «ανθρώπων πάντων μέτρον χρήμα». Και δεν είναι τυχαίο που η λέξη «χρήμα» που στ’ αρχαία ελληνικά σημαίνει πράγμα, σήμερα σημαίνει ακριβώς αυτό το μέσον συναλλαγής των ανθρώπων, το χρήμα και την ύλη.
Δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα για να καταλάβομε αυτή την εξέλιξη από τον ίδιο τον κινηματογράφο, και γενικότερα την οπτικοακουστική έκφραση. Όλοι σήμερα μιλάνε για την ανάπτυξη, και αυτή την αποδίδουν στις επενδύσεις, στα διάφορα cash rebates, στην ίδια την παραγωγή, με μια λέξη στο χρήμα.
Όμως η Ανάπτυξη δεν είναι ένα ζωάκι, ένας ζωντανός οργανισμός, που βγάζει ποδαράκια και προχωράει μόνο του. Χρειάζεται να στηριχθεί στον άνθρωπο, τον απρόβλεπτο κι εξελίξιμο άνθρωπο, το ταλέντο, την ευαισθησία, τη συγκίνηση, την αγάπη, χρειάζεται τον εμπνευσμένο σκηνοθέτη, τον ικανό σεναριογράφο, όλους τους καλλιτέχνες που συνεργάζονται για να γίνει μια ταινία, φυσικά τον ηθοποιό, εικόνα και ομοίωση του θεατή, που είναι κι αυτός άνθρωπος.
Και πάνω απ’ όλα φυσικά, τον παραγωγό, αλλά έναν παραγωγό ευαίσθητο, με αγάπη για το σινεμά αλλά και για τον άνθρωπο, με αγάπη για τον σκηνοθέτη και τους συνεργάτες του, έναν παραγωγό που είναι κι αυτός στην ουσία δημιουργός.
Ο δημιουργός είναι που δίνει ζωή σ’ αυτό το άψυχο μέσον που λέγεται σινεμά, ο άνθρωπος είναι που κάνει ένα «έργο», και το έργο είναι το πρότυπο, η «κόπια 0» όπως λέγαμε παλιά. Μόνο τ’ αντίγραφα του έργου είναι αυτά που γίνονται «προϊόντα» για εκμετάλλευση, διανομή, εμπόριο και σε τελική ανάλυση φέρνουν την Ανάπτυξη.
Όλοι μιλάνε για ανταγωνισμό, ενώ στην ουσία αυτό που μας χρειάζεται είναι ο συναγωνισμός. Στον ανταγωνισμό υπάρχουν μόνο (λίγοι) νικητές, και (πολλοί) ηττημένοι. Στον συναγωνισμό είναι όλοι κερδισμένοι, και η έννοια της ήττας εξαφανίζεται. Έτσι οδηγούμαστε στην βασική προβληματική της συνάντησής μας, που είναι οι συμπαραγωγές.
Όλο και περισσότερο, βλέπομε ταινίες να παράγονται σε συμπαραγωγή δύο ή και περισσοτέρων χωρών. Κι ενώ αυτό θα έπρεπε να οδηγήσει σε ουσιαστική ανάπτυξη της κινηματογραφικής παραγωγής, βλέπομε αυτό που παλιά το ονόμαζαν κινηματογραφική «πουτίγκα», σήμερα να αναπαράγεται με τα ίδια παλιά και πολλές φορές ξεπερασμένα μοντέλα, της βίας, του τρόμου και των συγκρούσεων, μία κατάχρηση της επιστημονικής φαντασίας, μία εμμονή στην παραδοξότητα, τον φτηνό εντυπωσιασμό, τις κάθε είδους ανωμαλίες ανθρώπων και συστημάτων, μία παρεξηγημένη αντίληψη της έννοιας της «εμπορικότητας».
Αυτή φυσικά είναι η πολιτική του Χόλλυγουντ κατά κύριο λόγο, που εκφράζει το χρήμα και μόνο το χρήμα, και εμφανίζεται να εκπροσωπεί τον Δυτικό Πολιτισμό. Αυτός είναι ένας συγκρουσιακός κινηματογράφος, που οδηγείται σε αδιέξοδα, γιατί η κοινωνία που χτίζεται πάνω στην έννοια της σύγκρουσης, στο πλαίσιο της οποίας ομάδες ανθρώπων αμφισβητούν την αξία άλλων ομάδων, οδηγεί σε μια κοινωνία που απαρνιέται τον ίδιο τον λόγο ύπαρξής της, που είναι η ενότητα των ανθρώπων. Αυτό σήμερα εκφράζεται με την λεγόμενη woke culture, που απαρνιέται την κοινωνική αλληλεγγύη και την αγάπη για την κοινωνία και τον άνθρωπο, που δοξάζει την «διαφορετικότητα» και ενθαρρύνει κάθε μία διαφορετική μειονότητα να πολεμάει όλες τις άλλες, και να κατακερματίζει την κοινωνία.
Υπάρχουν φυσικά και οι μικρές ανθρώπινες ιστορίες, η καταδίκη των αδικιών, τα ανθρώπινα δράματα, οι κοινωνικοί προβληματισμοί, αλλά αυτά πολλές φορές χάνονται λόγω μικρού κόστους, ανάμεσα στην πληθώρα των εξεζητημένων αναζητήσεων και του στείρου πειραματισμού, που προδίδει πολλές φορές την έλλειψη γνώσεων πάνω στην κινηματογραφική πρακτική.
Το μοντάζ, παραδείγματος χάριν, σήμερα γίνεται μπροστά σ’ ένα κλειστό κουτί, μυστικά και αόρατα από τον σκηνοθέτη – τον άνθρωπο, και δεν γεννιέται η περιέργεια να ρωτήσει τι είναι αυτός ο τεχνολογικός μηχανισμός που λειτουργεί κρυφά στη μεταγραφή του σε ψηφιακές οδηγίες. Οι λίγοι παλιοί που απομείναμε, είχαμε τη χαρά να πιάνομε το φιλμ με τα χέρια μας, να βλέπομε την εικόνα στο φως του ήλιου, να το σημαδεύομε και να το κόβομε με την «κολέζα», και να κολλάμε τα δύο πλάνα με ασετόν ή με σελοτέηπ. Κι είναι έτσι που μάθαμε την τέχνη του κινηματογράφου.
Η πρότασή μου δεν σκοπεύει να ακυρώσει τις συνήθεις πρακτικές. Είναι μία αντίληψη που αφορά τις διεθνείς παραγωγές, που αξίζει να δοκιμαστεί, και να δούμε στην πράξη αν θα έχει την ανταπόκριση και την επιτυχία που πιστεύω πως θα έχει. Είναι δηλαδή μία αντίληψη που δεν λαβαίνει υπ’ όψη της μόνο το χρήμα, αλλά βάζει ξανά στο κέντρο τον άνθρωπο, τις ευαισθησίες του, τις παραδόσεις του, τον πολιτισμό του.
Είχα την τύχη να έχω τέσσερις πατρίδες. Γεννήθηκα κι έζησα τα πρώτα 22 χρόνια της ζωής μου στο Κάϊρο, ανάμεσα στον ντόπιο πληθυσμό, που δεν γνώριζε φυλετικές ή ταξικές διαφορές, κι ήμασταν όλοι αδελφωμένοι. Στην περιφορά του Επιταφίου, οι μουσουλμάνοι φίλοι μας φώτιζαν το δρόμο με κεριά αναμμένα. Και στη γιορτή του ραμαζανιού, το εϊντ ελ φετρ, οι αιγυπτιακές οικογένειες μοίραζαν κουραμπιέδες στους χριστιανούς της γειτονιάς, ενώ εμείς το Πάσχα μοιράζαμε σ’ όλους κόκκινα αυτά. Στο Σαμ ελ Νεσίμ, που ύμνησε ο μεγαλύτερος ποιητής του 20ού αιώνα, ο Αλεξανδρινός Κωνσταντίνος Καβάφης, βγαίναμε όλοι αδελφωμένοι στους κήπους και τις πλατείες, να γιορτάσομε την άνοιξη.
Η άλλη μου πατρίδα, όπου γεννήθηκαν οι γονείς μου, ήταν η Κύπρος. Κι αυτή με σημάδεψε με τον αγώνα για την ανεξαρτησία, τον πόλεμο κατά της Αποικιοκρατίας, τις προδοσίες, τις απατηλές πολιτικές, που την οδήγησαν στην καταστροφή.
Η τρίτη μου πατρίδα, που γεννήθηκαν οι παππούδες και προπαπούδες, ήταν ο Λίβανος, της οικογενείας Φέρρις-Λαχούντ και Ριχάνι. Δεν χρειάζεται να πω για τα υπέροχα χρόνια της Βηρυτού, Παρίσι κάποτε της Ανατολής, τον Χαλίλ Γκιμπράν, τον αρχαίο πολιτισμό που όλοι ζήλεψαν.
Και η πολιτιστική μου πατρίδα, αυτή που ένωνε όλες τις άλλες, ήταν η Ελλάδα, με τη γλώσσα της, τον πολιτισμό της, τη θάλασσα.
Είμαστε Ανατολίτες. Η Δύση, με τον Οριενταλισμό κατά τον Εντουάρ Σαϊντ, επιχείρησε να υποβαθμίσει την αξία του πολιτισμού μας, αναδεικνύοντας τα φολκλορικά του στοιχεία. Γιατί η Δύση με την Αποικιοκρατία, ήθελε να μας ελέγχει, για να εκμεταλλεύεται τον πλούτο μας.
Η ευτυχία όμως του ανθρώπου, βρίσκεται στο γέλιο στα πρόσωπα των Αιγυπτίων, στις νύκτες τους, στην κοινωνική αλληλεγγύη, στις μουσικές τους. Αλλά ούτε η Ελλάδα απομακρύνθηκε απ’ αυτό, παρ’ όλη την ασυγκράτητη Δυτικοφιλία των μεγαλοαστών και τον πολιτικών μας.
Ο παλιός Αιγυπτιακός κινηματογράφος, δεν διαφέρει από τον παλιό Ελληνικό, που παρ’ όλη τη λαϊκότητά του, ίσως μάλιστα χάρη σ’ αυτήν, γέννησε έναν Γιούσεφ Σαχίν, έναν Μιχάλη Κακογιάννη, έναν Σαλάχ Αμπου Σέϊφ, έναν Νίκο Κούνδουρο.
Συμπαραγωγές είπατε; Ναι. Αλλά με κριτήρια όχι μόνο οικονομικά, αλλά και πολιτιστικά, ποιοτικά, ελπιδοφόρα, ανθρώπινα. Με τον άνθρωπο να ξαναβρίσκει τη θέση του στο κέντρο του κόσμου. Με μικρές ιστορίες, σε αλληλεπίδραση με τη Μεγάλη Ιστορία, που χρησιμοποιεί τον άνθρωπο ως καύσιμο και όχι ως υγειές μέλος μιας υγειούς κοινωνίας. Έναν άνθρωπο θαυμαστό, που αγαπάει, συγκινείται, πιστεύει στην παράδοση του τόπου του, που θαυμάζει τους άλλους πολιτισμούς, που δεν εχθρεύεται κανέναν. Έναν άνθρωπο που επιτρέπει στον θεατή την ηδονή κατά τον Αριστοτέλη, την ευχαρίστηση, την ελπίδα. Έναν άνθρωπο που ονειρεύεται έναν καλύτερο κόσμο, και δεν παύει ν’ αγωνίζεται γι αυτόν. Έναν άνθρωπο ελεύθερο από απατηλές επιθυμίες για πλούτο και κατανάλωση.
Είναι αυτό το είδος του κινηματογράφου που αναζητά η ανθρωπότητα, σήμερα προπάντων, που βρίσκεται διχασμένη ανάμεσα στο μίσος και τη ματαιοδοξία, υπνωτισμένη από την ηδονή μιας ψεύτικης ευημερίας, βυθισμένη στον υλισμό, τρομοκρατημένη από τα mass media, γεμάτη αγωνίες για το μέλλον, που δείχνει να πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο.
Κι επειδή είναι η Δύση που μας έχει οδηγήσει σ’ αυτό το αδιέξοδο, αυτή την αποπνευματοποίηση του ανθρώπου, αυτή την πλάνη πως το χρήμα είναι στο κέντρο του κόσμου και όχι ο άνθρωπος, πέφτει η ευθύνη στην Ανατολή.
Είναι η Ανατολή που για λόγους δυσεξήγητους έχει διατηρήσει την ανθρωπιά της, την αγάπη για τη ζωή, την αποδοχή της ιδιαιτερότητας του άλλου, τον σεβασμό των άλλων πολιτισμών.
Είναι αυτή η Ανατολή που μπορεί να δώσει στη Δύση μια γεύση ελευθερίας, μιαν ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ακόμα, θα έλεγα και μία έμπνευση πνευματικότητας και ήθους, που όχι μόνο δεν θα βλάψει την οικονομία της, αλλά θα την ωφελήσει.
Θα κλείσω με μιαν ιστορική φράση του προπάππου μου Ameen Rihani, που εκφώνησε το 1922, χαιρετίζοντας την Ανεξαρτησία της Αιγύπτου:
«Είμαι η Ανατολή! Ω Δύση, έχω να σου χαρίσω τα παραμύθια μου. Μου δανείζεις λίγη από την τεχνολογία σου;»
Αλ σαλάμ φιλ άλαμ.