ΑΙΓΥΠΤΟΣ ΟΜΟΓΕΝΕΙΑ

Δείτε τι γράφει η «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» για τη σπουδαία αναβάθμιση της Ι. Μονής Σινά, μέσα από την αποκατάσταση του ψηφιδωτού της Μεταμόρφωσης

 

 

 

 

Ήταν Νοέμβριος του 1995, όταν ο Πέτρος Κουφόπουλος έμαθε για τον σεισμό. Ο αρχιτέκτονας με ειδίκευση στις αναστηλώσεις δούλευε εκείνη την εποχή στα έργα της Ακρόπολης. Από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής άκουγε για τα 7,1 Ρίχτερ που χτύπησαν τον Κόλπο της Άκαμπα στην Ερυθρά Θάλασσα και προκάλεσαν ρωγμές στην ελληνορθόδοξη Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης στο όρος Σινά. Σε δύο μέρες ήταν στο αεροπλάνο για Αίγυπτο.

 

 

 

«Η γνωριμία μας με το μοναστήρι ξεκίνησε πριν από τουλάχιστον 30 χρόνια, όταν πήγαμε εκεί στο πλαίσιο των σπουδών μας στην αρχιτεκτονική», λέει ο κ. Κουφόπουλος για τον ίδιο και τη σύζυγό του, επίσης αρχιτέκτονα, Μαρίνα Μυριανθέως. «Αργότερα λειτουργήσαμε ως μελετητές και σύμβουλοι αναστηλωτές». Ήταν μια σχέση που άρχισε με αφορμή τον μεγάλο σεισμό που προκάλεσε ζημιές σε όλη την Αίγυπτο και στο σημαντικότερο έργο τέχνης της Μονής του Σινά.

 

 

 

Οι μοναχοί ανησύχησαν για τις ρωγμές που είδαν στο καθολικό της μονής, μέσα στο οποίο, και συγκεκριμένα στην κόγχη του Ιερού Βήματος, βρίσκεται το ψηφιδωτό της «Μεταμορφώσεως του Σωτήρος». Η παράσταση του ψηφιδωτού, που απεικονίζει τον Χριστό σε «γαλάζια δόξα» να εκπέμπει ακτίνες υπερβατικού φωτός με τους προφήτες Ηλία στα δεξιά και Μωυσή στα αριστερά του, θεωρείται το σημαντικότερο έργο τέχνης της μονής που φιλοτεχνήθηκε πριν από περίπου 15 αιώνες.

 

 

 

Η «Μεταμόρφωσις του Σωτήρος» είχε δεχθεί δύο πρότερες αναστηλωτικές επεμβάσεις με τεχνικές που σήμερα θεωρούνται ξεπερασμένες. Από τότε και μέχρι τον σεισμό του ’95 δεν είχε γίνει καμία επιθεώρηση της κατάστασής του. Η εισήγηση του κ. Κουφόπουλου ήταν να γίνει άμεσα ένας ενδελεχής έλεγχος του έργου. Η επιθεώρηση έγινε έπειτα από πέντε χρόνια με χρηματοδότηση του Ινστιτούτου Γκετί. «Επιβεβαίωσε ότι το ψηφιδωτό ήταν σχεδόν ετοιμόρροπο. Νωρίτερα μία άλλη μελέτη μας έδειξε την ανάγκη αναστήλωσης του καθολικού με επεμβάσεις στη στέγη και τους τοίχους, αλλά καμία εργασία δεν μπορούσε να προχωρήσει πριν στερεωθεί το ψηφιδωτό», σημειώνει.

 

 

 

 

Υποψήφιο για βραβείο

 

 

 

 

Το ψηφιδωτό παραδόθηκε αποκατεστημένο επισήμως τον Δεκέμβριο του 2017 από τον γνωστό Ιταλό συντηρητή Ρομπέρτο Νάρντι και την ομάδα του από την CCA  (Centro di Conservazione Archeologica) και σήμερα είναι υποψήφιο για το Ευρωπαϊκό Βραβείο Πολιτιστικής Κληρονομιάς Europa Nostra. Η Μονή του Σινά συγκαταλέγεται στο σύνολό της στον κατάλογο με τα μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO και όπως μας λένε οι αρχιτέκτονες το έργο της αποκατάστασης έχει όλες τις προϋποθέσεις για να διακριθεί και να γίνει το πρώτο έργο που παίρνει ευρωπαϊκό βραβείο και βρίσκεται εκτός της Ευρώπης. Μέχρι όμως ο Ρομπέρτο Νάρντι να συμπληρώσει τα κενά στο ψηφιδωτό με νέες ψηφίδες από βενετσιάνικο γυαλί Μουράνο, η επιτροπή αποκατάστασης έπρεπε να βρει τους αναγκαίους πόρους και να πάρει μία σημαντική απόφαση. «Έπρεπε να αποφασίσουμε εάν θα αφήναμε ανέπαφες τις παλαιότερες, ιστορικές, αναστηλώσεις. Η πρώτη του 1841 από τον μοναχό Σαμουήλ και η δεύτερη από αμερικανικές αρχαιολογικές αποστολές», σημειώνει η Μαρίνα Μυριανθέως. Τελικώς η επιτροπή αποφάσισε να συμπληρωθούν όλα τα κατεστραμμένα τμήματα, περίπου 40.000 μέσα στον ωκεανό των 500.000 ψηφίδων. Οταν βρέθηκαν οι αναγκαίοι πόροι, με ιδιωτική χορηγία, η επιτροπή έπρεπε να αντιμετωπίσει ορισμένα πιο πρακτικά προβλήματα. Πώς θα εργάζονταν οι συντηρητές στον άβατο χώρο του ιερού, όπου η είσοδος απαγορεύεται σε λαϊκούς και δη γυναίκες;

 

 

 

«Οι καλύτεροι συντηρητές είναι γυναίκες, οι άνδρες δεν έχουν την απαιτούμενη υπομονή», είχε δηλώσει ο Ιταλός συντηρητής στο μοναστήρι και τελικά εφαρμόστηκε μια ασυνήθιστη αλλά πρακτική λύση κατά τη διάρκεια των πολύχρονων εργασιών. Ειδική κατασκευή τοποθετήθηκε στο εσωτερικό του καθολικού της μονής και ένα λυόμενο εργαστήριο στο εξωτερικό της. «Ένα παράθυρο έγινε η είσοδος των συντηρητριών, οι οποίες δούλευαν αθόρυβα και κυρίως αθέατα πάνω από τους μοναχούς και τους επισκέπτες», μας λένε.

 

 

 

Παράλληλα με την αποκατάσταση του ψηφιδωτού ολοκληρώθηκε ένα εξίσου σπουδαίο έργο που θέτει τη Μονή του Σινά σε τροχιά εκσυγχρονισμού. Πρόκειται για την ανακαίνιση της βιβλιοθήκης του μοναστηριού, που αποτελεί τη δεύτερη πιο σημαντική βιβλιοθήκη στον κόσμο μετά του Βατικανού με χειρόγραφα που χρονολογούνται από τον 4ο αιώνα μ.Χ., η οποία υλοποιήθηκε με τη χρηματοδότηση του Ιδρύματος «Αγία Αικατερίνη» στο Λονδίνο και τα συνεργαζόμενα ιδρύματα της Νέας Υόρκης και της Γενεύης. Οι συζητήσεις για την ανακαίνιση ξεκίνησαν το 1998 και το πολυεπίπεδο έργο, που θυμίζει σε πολλά τη γνώριμη πια μετακόμιση της Εθνικής Βιβλιοθήκης, ολοκληρώθηκε μέσα σε 20 χρόνια. Επειτα από αρκετές διαβουλεύσεις η μονή αποφάσισε να προχωρήσει στην ανακαίνιση του υφιστάμενου κτιρίου και στην ενεργειακή του αναβάθμιση. «Στην ουσία “ξεκοιλιάσαμε” το κτίριο και το ξαναφτιάξαμε», τονίζουν οι αρχιτέκτονες.

 

 

 

Η βιβλιοθήκη της μονής κατασκευάστηκε μεταξύ του 1930-’50, αλλά οι συνθήκες φύλαξης της συλλογής ξεπεράστηκαν από την εποχή τους. Είναι ενδεικτικό ότι βιβλία με τις ευαίσθητες βυζαντινές «σταχώσεις» αποθηκεύονταν σε όρθια αντί σε οριζόντια θέση όπως γίνεται τώρα, ενώ οι νέες εγκαταστάσεις εξοπλίστηκαν με σύγχρονα συστήματα πυρόσβεσης και ασφάλειας.

 

 

 

Ο εσωτερικός σχεδιασμός της βιβλιοθήκης ακολούθησε τις προτάσεις του φημισμένου αρχιτέκτονα με έδρα το Λονδίνο Δημήτρη Πορφύριου, ενώ τη φροντίδα των βιβλίων ανέλαβε ο Βρετανός συντηρητής Νίκολας Πίκγουοντ. Η σπάνια συλλογή της βιβλιοθήκης τοποθετήθηκε προσωρινά σε ασφαλή κιβώτια, καταλογογραφήθηκε ηλεκτρονικά και έπειτα βρήκε τη θέση της στις νέες εγκαταστάσεις, ένα έργο που διήρκεσε έξι χρόνια. «Η κατάσταση των βιβλίων ήταν εξαιρετική. Η ξηρασία της περιοχής αποτρέπει την ανάπτυξη μικροοργανισμών οπότε τα βιβλία αν και “ξερά” στην υφή των σελίδων ήταν απαλλαγμένα από έντομα και υγρασία», σημειώνει ο κ. Κουφόπουλος. Το κτίριο απέκτησε έναν εσωτερικό φυσικό «θερμοστάτη», μας εξηγούν οι αρχιτέκτονες, που δεν βασίζεται στη δημιουργία τεχνητής ατμόσφαιρας. «Τα χειρόγραφα και τα πολύτιμα αρχέτυπα και παλαίτυπα φυλάσσονται πλέον σε ένα κτίριο που είναι ενεργειακά αδρανές, που δεν αντιδρά στις αλλαγές της εξωτερικής θερμοκρασίας και υγρασίας του περιβάλλοντος», τονίζει.

 

 

 

 

Επιστημονική έρευνα

 

 

 

 

Η ανακαίνιση της βιβλιοθήκης και η αποκατάσταση του ψηφιδωτού, δύο έργα που έγιναν σε συνεργασία με την Αιγυπτιακή Αρχαιολογική Υπηρεσία, όπως τονίζουν οι δύο αρχιτέκτονες, ωφέλησαν όχι μόνο την ίδια τη μονή αλλά και την ακαδημαϊκή έρευνα. Χάρη στο έργο της ανακαίνισης, στο οποίο συμμετείχαν ομάδες Ελλήνων μηχανικών και συντηρητών, γράφτηκαν διδακτορικές διατριβές, όπως του Νικόλα Σαρρή που ανακάλυψε στο μοναστήρι τα αρχαιότερα εργαλεία βιβλιοδεσίας (15ος-18ος αιώνας), ενώ το έργο της αναστήλωσης του ψηφιδωτού προχώρησε την έρευνα για τις τεχνικές των Βυζαντινών μαστόρων και τα υλικά που χρησιμοποιούσαν, στοιχεία που ενισχύουν τη θεωρία ότι πρόκειται για αυτοκρατορικό έργο και προσφορά του Αυτοκράτορα Ιουστινιανού στο μοναστήρι. Πρόσφατα το ίδιο το ψηφιδωτό αποτυπώθηκε σε μια τρισδιάστατη απεικόνιση για περισσότερη μελέτη.

 

 

 

Τα έργα εντάσσονται σε έναν στρατηγικό σχεδιασμό αναβάθμισης της μονής που έχει ξεκινήσει ο Αρχιεπίσκοπος Σινά Δαμιανός με επόμενο στόχο τη δημιουργία εργαστηρίων συντήρησης. Αν και η Μονή του Σινά βρέθηκε αρκετές φορές στο παρελθόν στη μέση πολιτικών αντιμαχιών και συγκρούσεων, η μακραίωνη αρμονική συνύπαρξη του αρχαιότερου χριστιανικού μοναστηριού με το μουσουλμανικό στοιχείο αποδεικνύεται πιο δυνατή. Η ενδυνάμωσή του είναι βέβαιο ότι θα ωφελήσει όλες τις πλευρές.

 

 

 

 

Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Σάκης Ιωαννίδης

 

 

 

 

 

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν κοινοποιείται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *