ΑΙΓΥΠΤΟΣ Άρθρα ΟΜΟΓΕΝΕΙΑ

Ι.Ν. ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ , ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ 25.3.1856-25.3.2025 

Ο  ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ ΓΙΟΡΤΑΣΕ ΓΙΑ 169η ΦΟΡΑ ΑΠΟ ΤΑ ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΤΟΥ, ΣΤΙΣ 25 ΜΑΡΤΙΟΥ 1856, ΑΝΑΜΕΝΟΝΤΑΣ ΣΥΝΤΟΜΑ ΤΑ ΕΡΓΑ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΠΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΝΤΑΙ

Μια τριανδρία προξένων στην Αλεξάνδρεια, ο Μιχαήλ Τοσίτσας, Γενικός Πρόξενος της Ελλάδας, ο Κόμης Στέφανος Τζιτζίνιας, Γενικός Πρόξενος του Βελγίου και ο Κόμης Ιωάννης Δ’ Αναστάσης, Γενικός Πρόξενος  της Σουηδίας και της Νορβηγίας, με την άδεια του Πατριάρχη Ιερόθεου Β’, συγκάλεσαν συνέλευση στις 30 Μαϊου 1844 με σκοπό την ανέγερση ναού της Ελληνικής Παροικίας στην Αλεξάνδρεια που να καλύπτει τις ανάγκες των Χριστιανών, να ανήκει στους πιστούς και να διευθύνεται από αυτούς. Καλεσμένοι στη συνέλευση ήταν  οι Έλληνες της Αλεξάνδρειας. Εκεί αποφασίστηκε δεύτερη συνέλευση και η πρόσκληση κατέληγε : «…δια της οποίας προσκαλείσθε να παρευρεθείτε εις την οικίαν του κυρίου Μιχαήλ Τοσίτσα την ερχόμενην Πέμπτην ήτοι την πρώτην Ιουνίου 1844 καθ’ ώραν τρίτην μετά μεσημβρίαν όπως ενεργηθώσι τα δέοντα δια την εκτέλεσιν του θεάρεστου αυτού έργου. Αλεξάνδρεια 30 Μαϊου 1844». Την πρόσκληση υπογράφουν οι Τοσίτσας και Τζιτζίνιας. Το πρακτικό της δεύτερης αυτής συνέλευσης στην οποία παραβρέθηκαν 18 επιφανείς, ανέφερε ότι αναγνώστηκε αρχικά εγκύκλιος της 23 Ιανουαρίου 1844 του Πατριάρχη Ιερόθεου Α’ (Πατριαρχικός Κώδικας 44/3, σελ.162) σχετικά με την ανάγκη ανοικοδόμησης εκκλησίας στο κέντρο της πόλης, αίτημα που έγινε απ’ όλους αποδεκτό. Αποφάσισαν αρχικά να διορισθούν επίτροποι που θα αναλάβουν να φέρουν συντάξουν καταλόγους συνεισφορών και δωρεών όλων των χριστιανών της πόλης και όταν μαζευτούν τα χρήματα να γίνει συνέλευση ώστε ν αποφασιστεί αν πρέπει να ξεκινήσει η ανοικοδόμηση του ναού.

 Όλοι οι ομογενείς ανταποκρίθηκαν αμέσως και προσέφεραν αγόγγυστα  τον οβολό τους αλλά ήταν φανερό πως δεν θα έφταναν οι προσφορές τους και η καλή τους θέληση για την αποπεράτωση του  έργου το οποίο υπολόγιζε και στην αύξηση του Ελληνισμού της Αλεξάνδρειας στο μέλλον. Έτσι εξασφάλιζαν κάποια ποσά προσφεύγοντας  στον Πατριάρχη Ιερόθεο Α’, ο οποίος στην πρώτη συνεδρίαση μετά τον έρανο, στις 9 Ιουλίου 1844,προσέφερε 6000 τάληρα. Ο Ιερόθεος Α’ πέθανε το 1845 και το ο διάδοχος του, Ιερόθεος Β’  στις άλλες δυο συνεδριάσεις, στη 1 Ιουλίου 1850 προσέφερε ακόμα 3000 τάληρα και στον τρίτο κατάλογο προσφορών της 29 Δεκεμβρίου 1852 προσέφερε επίσης 5000 τάληρα. Προσέφερε ακόμα οικοδομήσιμους λίθους τους οποίους έβγαλε από το παλιό νεκροταφείο του Αγίου Σάββα. Επί πλέον ένα κομμάτι οικοπέδου δεξιά του ναού το οποίο αγόρασε από τον Τοσίτσα αλλά αυτός τα χρήματα που εισέπραξε τα πρόσφερε στη συνέχεια υπέρ του ναού όπως και το ιδιόκτητο αυτού οικόπεδο 12.183 μέτρων στο οποίο χτίστηκε ο ναός. Πλήθος ομογενών προσέφερε επίσης πολλά μεγάλα ποσά κι έτσι τη 1 Σεπτεμβρίου του 1847 τέθηκε ο θεμέλιος λίθος από τον Πατριάρχη Ιερόθεο Β’. Παρ όλα αυτά στις 29 Δεκεμβρίου του 1852 κι ενώ η οικοδόμηση πλησίαζε στο τέλος χρειαζόταν κι άλλα χρήματα και ειδικά για το τέμπλο και τη διακόσμηση αλλά και για να εξοφληθούν τα ποσά που δανείστηκαν για να συνεχίσει η ανοικοδόμηση., η επιτροπή απευθύνθηκε πάλι στους ομογενείς χωρίς να πτοείται από τα προβλήματα που συναντούσε και ενθαρρυνόμενη από τον Μωχάμετ Άλι ο οποίος έλεγε «Οικοδομήσατε Εκκλησίαν όσον οίον τε μεγαλοπρεπή όπως καγώ αγάλλομαι επί τη θέα αυτής. Και ει ουκ έχετε φιρμάνιο εγώ δώσω υμίν»

Κι έτσι με τον τρίτο κατά σειρά έρανο αποπερατώθηκε ο ναός και στη μεγάλη δυτική είσοδο τοποθετήθηκε μαρμάρινη πλάκα που έγραφε «Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΟΣ» η οποία κολάκευε την ελληνική παροικία της Αλεξάνδρειας που πρόσφερε τόσα στην ανοικοδόμηση. Ωστόσο υπολειπόταν η διακόσμηση που όφειλε να είναι επίσης μεγαλοπρεπής. Τότε ήταν που οι προσφορές αυξήθηκαν ακόμα περισσότερο. Αλλά τα πολιτικά γεγονότα της εποχής, με τη διακοπή των σχέσεων Υψηλής πύλης και Ελλάδας και τον διωγμό του ελληνικού πληθυσμού σε όλη την οθωμανική αυτοκρατορία, ανάγκασαν τον Μ. Τοσίτσα να εγκαταλείψει την πόλη και να ορίσει φεύγοντας υπεύθυνος για τη φύλαξη των ιδρυμάτων τον Κόμη Τζιτζίνια ο οποίος στη συνέχεια σε συνεργασία με τον Έλληνα Πρόξενο και την Ελληνική κοινότητα, όπως φαίνεται στο πρακτικό της Ε.Κ.Α στις 5 Απριλίου 1854, αποφασίσθηκε να προχωρήσουν στη διακόσμηση του Ναού. Με εράνους, δάνεια , δωρεές και βοήθεια του Πατριαρχείου διακοσμήθηκε ο Ναός. Κι αφού τέλειωσε η διακόσμηση η επιτροπή κάλεσε τον Πατριάρχη Ιερόθεο που βρίσκονταν στην έδρα του πατριαρχείου στο Κάιρο. Έτσι 25 Μαρτίου του 1856, πριν 166 χρόνια, ημέρα επίσημη για την ορθοδοξία και τον Ελληνισμό, έγιναν πανηγυρικά τα εγκαίνια του Ι. Ν του Ευαγγελισμού της Αλεξάνδρειας.

 Η παραπάνω σύντομη ιστορία του εορτάζοντος Ναού του Ευαγγελισμού περιέχεται με περισσότερες λεπτομέρειες στο βιβλίο του δικηγόρου Γ. Ι. Κηπιάδου, «Έλληνες εν Αιγύπτω, η συγχρόνου Ελληνισμού εγκατάστασις και καθιδρυμένα ιδρύματα , 1766-1892» που εκδόθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1892

Επρόκειτο για τον πρώτο Κοινοτικό Ιερό Ναό που χτίστηκε στην Αίγυπτο και το παράδειγμα της Ε.Κ.Α ακολούθησαν όλες οι εν Αιγύπτω Ελληνικές Κοινότητες. Αυτός ήταν και ένας απο τους λόγους που η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας αποφάσισε να εορτάσει την 80ετηρίδα του στις 19 Απριλίου 1936, σύμφωνα με δημοσίευμα του Ταχυδρόμου ανήμερα της Ιεράς Πανηγύρεως.

Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι ο Πατριάρχης Νικόλαος Ε’ στην ομιλία του κατά τον εορτασμό της 80ετηρίδας, αναφέρει μεταξύ άλλων πως Ι.Ναός του Αγίου Σάββα ήταν ο μοναδικός Ορθόδοξος ναός στην Αλεξάνδρεια απο την εποχή που την κατέκτησαν οι Άραβες κι αυτός βρισκόταν εκείνα τα χρόνια σ’ ένα μοναστήρι στη μέση της ερήμου που έκανε δύσκολη τη μετάβαση των πιστών εκεί. Αυτή ήταν η αιτία που δημιούργησε την ανάγκη μιας εκκλησίας στο κέντρο της πόλης. Αναφέρει πως το Πατριαρχείο κατά τα πρώτα τριάντα χρόνια του 19ου αιώνα βρισκόταν σε αξιοθρήνητη οικονομική κατάσταση γιατί επί Πατριάρχη Θεοφίλου (1805-1825) είχε κατασχεθεί η κινητή και ακίνητη περιουσία του θρόνου στο Κάιρο και μετά το 1821 το Πατριαρχείο δαπάνησε ό,τι είχε , ξεπουλώντας ακόμα και ιερά σκεύη για την απελευθέρωση ομογενών εξ Ελλάδος αιχμαλώτων . Σημειώνει δε πως είναι άγνωστο πόσα χρήματα προσέφερε ο Ιερόθεος ο Α΄, από την προσωπική του περιουσία, αλλά βεβαιώνει οτι ο Ιερόθεος Β’, προσέφερε 80.000 γρόσια και ένα οικόπεδο αλλά και ιερά σκεύη, άμφια μέχρι και πέτρες και ασβέστη απο τα ερείπια της Μονής του Αγίου Σάββα. (Υπόμνημα περί της εν Αλεξανδρεία Κοινότητος και της Γενικής Συνελεύσεως , 1862). Υπογραμμίζει τέλος πως ο “πάγκαλος αυτός ναός είναι κέντρο της ιστορίας της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξανδρείας που εξυπηρέτησε πολλαπλές θρησκευτικές και εθνικές ανάγκες του Ελληνισμού της Αιγύπτου…Οφείλουμε να αγρυπνούμε και να εργαζόμαστε για να τον διατηρούμε ακμαίο, ως κόρη οφθαλμού, γιατί είναι η ιστορία και το μέλλον της Ε.Κ.Α και των υπολοίπων Ελληνικών Κοινοτήτων”

Στις 10 Δεκεμβρίου 1948,ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ, δημοσιεύει ρεπορτάζ του αείμνηστου δημοσιογράφου Ντίνου Κουτσούμη με τίτλο “Ο ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΔΙΑΚΟΣΜΕΙΤΑΙ” και υπότιτλο “μέχρι σήμερον έχουν δαπανηθεί τριάντα πέντε χιλιάδες λίρες. Ενα νέον κονδύλιο δύο χιλιάδων λιρών δια τοιχογραφίας. Τι έχει διακοσμηθή”.

 Πριν δούμε τι αναφέρει το άρθρο, σύμφωνα με το ιστορικό του Ιερού Ναού που υπάρχει στην ιστοσελίδα της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξάνδρειας, ο Ναός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου είναι ο μεγαλύτερος Ελληνορθόδοξος ναός που υπάρχει στην Αλεξάνδρεια και λειτουργεί μέχρι και σήμερα. Η παρούσα του μορφή είναι αποτέλεσμα των επισκευών και των ανακαινίσεων που έχει δεχτεί σε τέσσερεις διαφορετικές χρονικές στιγμές από την ίδρυση του μέχρι και σήμερα (1892, 1926, 1930, 2002-2004). Κατά την ανοικοδόμηση Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας κατέβαλε το ποσό που χρειάστηκαν οι εικόνες του Εορτολογίου (παραγγέλθηκαν στη Ρωσία) και δώρησε ή συνέβαλε να δωρηθούν οι δέκα Δεσποτικές εικόνες του τέμπλου του Ναού.

Ο αρχιτέκτονας του ναού ήταν ο Ερμέτες Πιερρότης, ενώ σύμφωνα με τα αρχεία για την ολοκλήρωση του ναού εργάστηκε και ο αρχιτέκτονας Λούκοβιτς. Το 1885 ο αρχιτέκτονας Σόφιος επέβλεψε το έργο της προσθήκης της αριστερής πτέρυγας του ναού. Για την κατασκευή του Εικονοστασίου, του Πατριαρχικού θρόνου, του Σύνθρονου και του Άμβωνα εργάστηκε ο Ιάκωβος Βαρούτης. Για την κατασκευή των θυρών, των παραθύρων, των στασιδίων, των κουβουκλίων, καθώς και για την υπόλοιπη ξυλουργική επένδυση εργάστηκε ο Γεώργιος Φιλιππίδης. Το 1892 έγινε η πρώτη επισκευή του ναού και κάποια περαιτέρω διακόσμηση με έξοδα του Ιωάννη Δημητρίου. Το 1934 άρχισε να αναπτύσσεται η ιδέα για την περαιτέρω αγιογράφηση του ναού, κατόπιν προτάσεως της Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας, με μεσολάβηση του τότε Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου Παπαδόπουλου, ο οποίος εν έτει 1913 υπήρξε Προϊστάμενος του ναού. Το αγιογραφικό μέρος ανέλαβε ο καλλιτέχνης Ματσάκης, ενώ ο Ξενόπουλος ανέλαβε τα υαλώματα. Ο ναός παραδόθηκε ευπρεπισμένος στις 20 Δεκεμβρίου 1953. Ασφαλώς στην καθυστέρηση συνέβαλε καθοριστικά ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος.”

 Σε αυτήν την τελική φάση της διακόσμησης μετά το Β’ Π.Π αναφέρεται το ρεπορτάζ του 1948 όσο οι εργασίες είναι ακόμα σε εξέλιξη. Ο συντάκτης δίνει τα εύσημα μου στον πατέρα Καραμηνά που ως προϊστάμενος του Ι.Ν συνέβαλλε τα μάλα στη μεταμόρφωση του Ναού. Αναφέρει δε τη μεταρρύθμιση στο σύστημα πώλησης των κεριών, την τοποθέτηση καθισμάτων, την εγκατάσταση μεγάφωνων για την οποία μάλιστα σημειώνει ότι παρουσιάστηκαν αντιδράσεις προφανώς από πιο παραδοσιακούς παράγοντες που αντέδρασαν στα “μοντέρνα” στοιχεία. Διαρρυθμίστηκε επίσης ο σολέας (σ.σ μπροστά από το Ιερό Βήμα, χαμηλότερα κατά δύο ή τρία σκαλοπάτια, βρίσκεται ο σολέας. Είναι ο χώρος εκείνος, στον οποίο τελούνται τα μυστήρια και οι διάφορες τελετές) και προστέθηκε σύνδεση ηλεκτρική επικοινωνίας  μεταξύ του ιερού και της χορωδίας του γυναικωνιτών. Στη συνέχεια αναφερεται στην απαραίτητη σπατάλη χρόνου και χρήματος για να επιτευχθούν όλα αυτά και στη συνεχή γενναιοδωρία των πιστών προς υποστήριξη των έργων. Ανάμεσα τους και μεγαλοι δωρητές όπως ο Κότσικας, Ζαχάρης, Χαλκούση κ.α. Αναφέρεται ακόμα στα πολύτιμα ιερά σκεύη που όπως το αρτοφόριο που δώρισε ο Αβέρωφ και δυο παλαιά Ρώσικα Ευαγγέλια  που φυλάσσονται στο Ιερό του ναού. Τον διάκοσμο ανέλαβε ο Αλεξανδρινός ζωγράφος Μιχ. Ματσάκης ( στη φωτογραφια που δημοσιεύουμε ο καλλιτέχνης  επί το εργον) και την εποχή που γράφεται το ρεπορτάζ το έργο έχει ήδη προχωρήσει. 

“Δεξια προς τον εισερχόμενον έχει ζωγραφισθεί η Κοίμισις της Θεοτόκου και η κάθοδος του Χριστού εις τον Αδην. Είναι συνθέσεις απλές μιας τεχνοτροπίας ανάλογης με το πλαισίωμα της αρχιτεκτονικής του ναού. Εις το κέντρον των δυο τοιχογραφιών υπάρχει το σύμβολον του παγωνιού, σύμβολον της ειρήνης του κόσμου. Αλλά και της αριστερής πλευράς αι τοιχογραφίαι εχουν τελειώσει.Παριστάνουν τον Ευαγγελισμόν της Θεοτόκου και την γέννησιν του Χριστού και εις το μέσον ο συμβολισμός της περιστεράς που τρώει από το σταφύλι της ζωής και με τον λέοντα και την κολώνα που συμβολίζει την Εκκλησίαν. Τώρα ο Ματσάκης εργάζεται εις την είσοδον του Ναού. Εις το μέσον θα γίνει το σύμβολον της πηγής της ζωής και από τας δυο πλευράς είναι έτοιμα τα σχέδια για την Ανάστασιν του Λαζάρου και την Βαϊοφόρον. Το μέρος αυτό όπως μας εξηγεί ο κ. Ματσάκης θα συμπληρωθεί με τους Αγίους Δημήτριον και Γεώργιον, τους δύο καβαλάρηδες Αγίους οι οποίοι έχουν τόσους θρύλους μέσα εις την Ελληνικήν Χριστιανικήν πίστην.

   Όλη αυτή η διακοσμητική εργασία θα συμπληρωθεί και με τη διαρρύθμισίν των παραθύρων του ναού κατά τρόπον ώστε να συμπληρώνει τας τοιχογραφίας. Άλλη εργασία όμως θα γίνει και στο Ιερόν, θα γίνουν εκεί ορισμένες τοιχογραφίαι με έξι ιεράρχας, τρεις του Αλεξανδρινού θρόνου και τρεις του οικουμενικού. Έτσι σιγά σιγά ο Ευαγγελισμός θα πάρει την μορφήν που του αξίζει , ως πρώτος ναός της Αλεξανδρινής Εκκλησίας “ καταλήγει ο συντάκτης ,ευχόμενος να βρεθούν τα απαραίτητα κονδύλια μέχρι την αποπεράτωση του . Τέλος επιδίδει πάλι τα εύσημα στον πατέρα Καραμηνά που επέβαλλε ένα ενιαίο καλλιτεχνικό σχέδιο στη διακόσμηση του Ναού αποφεύγοντας την μεχρι τότε προχειρότητα  της διακόσμησης με δωρεές εικόνων από πιστούς, σε διαφορετικά χρώματα και τεχνοτροπίες. Δεν παραλείπει να τονίσει και το ενδιαφέρον του μακαριστού  Πατριάρχη την εποχή εκείνην, Χριστοφόρου Β’.

Ο ναός παραδόθηκε ευπρεπισμένος στις 20 Δεκεμβρίου 1953 και στον ίδιο χώρο εδώ και τόσες δεκαετίες δεκάδες γενιές έζησαν χαρές και λύπες με τα θεία μυστήρια της Χριστιανοσύνης. Χιλιάδες Αιγυπτιώτες πέρασαν απο τον ίδιο Ναό για την τελευταία ευχή πριν μπουν στο καράβι του επαναπατρισμού ή μιας ακόμα μετανάστευσης. Έγιναν κι άλλες ανακαινίσεις στο πέρασμα των ετών με πιο πρόσφατη αυτή που έγινε με τη στήριξη του Κοινωφελούς Ιδρύματος «Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης» από το 2002 μέχρι και το 2004 και τα θυρανοίξια του ναού τελέσθηκαν την 25η Μαρτίου 2006, υπό του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου και του Πατριάρχου Αλεξανδρείας κ. Θεοδώρου Β’, παρόντος του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Καρόλου Παπούλια.

Πέρσι σε δημόσια επιστολή του, σε μια ακόμα προσπάθεια του για τη διάσωση της σπάνιας πολιτιστικής κληρονομιάς, ο Πρόεδρος της Ε.Κ.Α ,κ. Ανδρέας Βαφειάδης έγραφε: “Δυστυχώς όμως, εν έτει 2024 ο Καθεδρικός Ιερός Ναός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου εκπέμπει για άλλη μια φορά SOS.Μόνο που αυτή τη φορά η ανάγκη διάσωσής του απαιτεί άμεση λύση, καθώς καθίσταται πλέον επικίνδυνος εξαιτίας της πτώσης υλικών από την οροφή του, τα δε καμπαναριά του έχουν υποστεί φθορές ιδιαίτερα σοβαρές.Η μη ανακαίνισή του ενδεχομένως, να οδηγήσει τον Ευαγγελισμό στο οριστικό κλείσιμό του, αν δεν αποκατασταθούν άμεσα οι ζημίες που έχει υποστεί.”

Την παραμονή της πρωτοχρονιάς , ο Μακαριότατος Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής, κ. κ. Θεόδωρος Β’ , συνεπής στο όραμα του, επεφύλασσε μια μεγάλη έκπληξη στους Αλεξανδρινούς παροίκους και στον Αιγυπτιώτη Ελληνισμό  όταν ανακοίνωσε πως “ μία από τις μεγάλες μου επιθυμίες ικανοποιήθηκε. Πρόσφατα με ενημέρωσε ο αγαπημένος φίλος, αδελφός και ευεργέτης της πατρίδας μας κος Αθανάσιος Μαρτίνος, ότι αναλαμβάνει ιδίοις εξόδοις την ανακαίνιση του Καθεδρικού Ιερού Ναού του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου». Η οικογένεια Μαρτίνου, είναι γνωστό πως παρά το γεγονός πως δεν έχει ρίζες στην Αίγυπτο, το γενναίο έργο που επιτέλεσε αποκαθιστώντας το ιστορικό μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου,στο παλιό Κάιρο συνιστά πράξη ευγνωμοσύνης προς την Εκκλησία, αλλά και προς την παροικία μας στην Αίγυπτο. Δεν φείδεται χρημάτων και χρόνου, ώστε να παραδώσει ένα αξιοζήλευτο αποτέλεσμα αναθέτοντας τα έργα που χρηματοδοτεί, σε αναγνωρισμένα μεγάλα τεχνικά γραφεία που μπορούν να εγγυηθούν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.

Σαν καράβι έμεινε να ταξιδεύει στο χρόνο , η Κιβωτός αυτή του Αλεξανδρινού θρόνου, ο περικαλλής Κοινοτικός Ιερός  Ναός του Ευαγγελισμού που σήμερα γιόρτασε για 169η φορά μαζί με την επέτειο της Εθνικής Παλιγγενεσίας του 1821, ως σύμβολο του Αιγυπτιώτη Ελληνισμού. Ένα καράβι που περιμένει να μπει σύντομα στο καρνάγιο και να βγει έτοιμο να ταξιδεύει περήφανο, οσονούπω, στον τρίτο αιώνα της ιστορίας του.

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν κοινοποιείται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *